Αρχική σελίδα | Θεματολογία | Σκοποί | Εκδόσεις |Περιοδικό |Άλυσος Αρμονίας| Εκδηλώσεις| Ανακοινώσεις | Συνδέσεις |Επικοινωνία
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ | |
Γ. Λαθύρης |
|
Γ. Λαθύρης |
|
Λουκιανός Παπαϊωάννου |
|
Λουκιανός Παπαϊωάννου | |
Επενδύοντας στα Όνειρα | Εριφύλη |
Η Νόηση αντιπαθεί τον εξαναγκασμό | Εριφύλη |
Ελλάς
ειν΄ ένας Τόπος κάπου μέσα στο Σύμπαν.
Ιδανικός, Όμορφος κι Ωραίος πάντα.
Τόπος γεμάτος Φως και Αλήθεια.
Έλληνα,
το Παρελθόν σου αναπόλησε και ονειρέψου!
Μά, στο Παρόν το νήμα της Ζωής σου ψάξε,
ψάξε - βρες
κι αδραξέ το!
Ελλάδα,
τόπος μυστικός
απ΄ τη βουή του κόσμου, Τόπος Ιερός,
κάπου βαθιά στο είναι σου θρηνεί
γι΄ αυτό είναι το Κάλεσμά Της οδυνηρό πολύ...
Έλληνα,
Παρελθόν και Μέλλον ονειρέψου
μά, στο Παρόν το Νήμα της Ζωής σου ψάξε,
ψάξε - βρες
και αδραξέ το!
Γ. Λαθύρης
«Ταλαίπωρος άρα τις σύ γε άνθρωπος ει και ουδέ Αθηναίος,
ω μήτε θεοι πατρώοι εισιν μήτε ιερά μήτε άλλο μηδέν καλόν και αγαθόν.»
(Πλάτων, Ευθύδημος, 302 C)
«Ω, μνηστήρες, υπέρβιον υβριν έχοντες...
Νέμεσις εξ ανθρώπων εσεται!»
(Δεύτερος λόγος του Τηλεμάχου προς τους Μνηστήρες)
Χτύπησαν τα μάρμαρα των ναών μας με τόσο μίσος
που φαντάζονταν πως συνέτριβαν την ιδια την καρδιά μας!
Και κατάφεραν να την πληγώσουν τόσο
που μετέτρεψαν τα μάρμαρα σε καρδιά μας,
αλλά και την καρδιά μας σε μάρμαρο!
Τί φριχτό γι΄ αυτούς και την Ιστορία
την ενοχή τους πάνω σε μάρμαρο να γράψουν!
Και τί στ΄ αλήθεια προσμένουν οι ένοχοι τώρα;
Εκδίκηση για ότι έκαναν; Η σωτηρία από το κακό που έφεραν;
Ο,τι έσπειραν αμείλικτα θα τους θερίσει!
Μα έρχονται τώρα οι οπαδοί της λήθης
με νέους φόβους όλα να τα σβήσουν...
Ω, οι λήθιοι! Κοιτούν αλλά δεν βλέπουν,
παρεξηγώντας το λευκό του μαρμάρου
με το λευκό της ζύμης! Εμπρός, λοιπόν,
ζυμώστε το μάρμαρο της καρδιάς μας, αν μπορείτε!
Γνωρίστε το καλά, οι ένοχοι κι εσείς οι λήθιοι,
πως η Δικαιοσύνη της Ζωής κρατάει ζυγό
και στο δεξί της χέρι ξίφος κοφτερό...
για γομολάστιχα δεν έχει τρίτο χέρι!
Με μαρμαρένια πλέον την καρδιά,
εμείς οι Έλληνες, τί άλλο πια να φοβηθούμε;
Τα ιερά μας θα τα χτίσουμε ξανά
βγάζοντας το μάρμαρο από την καρδιά μας!
Γ. Λαθύρης
Βασιλιάδες κι «αρχόντοι»
η καρδιά η στεριά κι οι πόντοι
άλλο πια δε σας βαστάνε.
Κι αν το αίσχος το δικό σας
οι αιώνες κουβαλάνε
κρηπιδώματα κολώνες
ρημάδια το ριζικό σας
κι άδοξα συντρίμμια
ξεπεσμού σαν πόρνες
σαν παγιδευμέν΄ αγρίμια
δε θα βγάλτε τσιμουδιά.
Κάθ΄ αιώνας κάθε τόπος
είναι χορτασμένος μ΄ αίμα
κι ειν΄ ο θρόνος κι ειν΄ ο θωκος
των αιμάτων γνήσιο θρέμμα.
Τώρα η κάποτε θα πάψει
κάθε απομεινάρι
βέβηλο αχνάρι
κάθε τυραννία
μέσ΄ στους τόσους χρόνους
που σωρούς κρανία
στήσατε για θρόνους.
Λουκιανός Παπαϊωάννου
Μετράς τους ανεκπαίδευτους·
αμέτρητ΄ η στρατιά τους!
Μην ψάχνης μονάχα στους λαϊκούς
αλλά και στους... ευπαίδευτους
και τέως αθανάτους
κι΄ όλους τους γραφικούς.
Αγκαλιασμένοι με το ζόφο χιαστι
“abbrazzio” με διαχύσεις
πίνουν αφιόνι μονορούφι - απνευστι
κι΄ από την σύγχυσι περνούνε στις συγχύσεις.
Οι εξαιρέσεις δεν φοβούνται τους κανόνες
ούτε λόγους πικρούς, ούτε και τους αιώνες·
μακάριες πίνουν απ΄ το κυάθιο*,
μιας δόξας τόσης... με το συμπάθιο!
Λουκιανός Παπαϊωάννου
Πολέμους αποτρόπαιους, κι ως τόσο "θεαματικούς",
δείχνει η τηλεόραση, κάθε φορά που την ανοίγω,
όπου ανάβει ο πόλεμος
εκεί τρέχουν τα συνεργεία,
εκεί εστιάζεται το ενδιαφέρον κάποιων....επενδυτών.
Για τον μεγάλο πόλεμο
που μαίνεται στην καρδιά μου,
της τηλεόρασης τα συνεργεία αδιαφορούν.
Είναι ο πόλεμος ο διαρκής
ανάμεσα στις προσδοκίες μου
και στην πραγματικότητα,
εκείνη που απέναντί μου
στέκεται βλοσυρή και δυσμενής.
Mια εύνοια της Tύχης προσδοκώ,
από το ζοφερο μου τέλμα να με βγάλει,
μα όσο εγώ στις προσδοκίες σεριανω,
τόσο η πραγματικότητα καγχάζει
ότι ειμ΄ αιθεροβάμων, αφελής,
και στις αποτυχίες μου σαρκάζει.
Πανίσχυρη, ανίκητη εκείνη,
μου στέλνει βλέμματα ειρωνικά,
τα ονειρά μου τα περιφρονεί,
και λυσσαλέα τα ποδοπατεί.
Mα εγώ εξακολουθώ να επενδύω
στα όνειρα,
επάνω στη σκακιέρα τα τοποθετώ,
ελπίζοντας πως είναι ικανά
την αλαζονική πραγματικότητα να ανατρέψουν,
κι επιθυμώ ένα στεφάνι νίκης
τα ονειρά μου να φορέσουν.
Εριφύλη
Η Νόηση αντιπαθεί τον εξαναγκασμό
Διαρκώς ’της έλεγαν πως δεν πορεύεται σωστά,
πως βρίσκεται σε λανθασμένους δρόμους,
κι εκείνη, από διαλλακτικότητα,
θεώρησε ότι πράγματι,
υπάρχει πιθανότητα να σφάλλει,
και άρχισε σιγά-σιγά
να αισθάνεται ένοχα, μειονεκτικά,
έχασε κάθε αυτοπεποίθηση, κάθε χαρά.
Μα πριν τελείως στην αδράνεια βυθιστεί,
πριν της αμφιβολίας της η φωνή σιγήσει,
αναρωτιότανε: πώς γίνεται,
όλοι να θέλουν το καλό της,
κι εκείνη να μη θέλει να συνεργαστεί .....
Αντέδρασε τότε σπασμωδικά,
μιά αλλοπρόσαλλη υιοθέτησε συμπεριφορά,
ό,τι ’της άρεζε, παρίστανε πως ’το αντιπαθούσε,
κι ό,τι’ της ήταν απεχθές,
’το παίνευε και ’το χειροκροτούσε,
μα καταλάβαινε
πως και αυτή η τακτική στην ήττα οδηγούσε,
και πως με την υποκρισία,
ό,τι είχε ακόμη αγνό , ’το ξεπουλούσε
Έλεγε μόνο <<ναι>> , και έκανε υπομονή,
μα όταν το βράδυ περνούσε το απορριμματοφόρο,
σκεφτότανε ότι μαζί με τα σκουπίδια,
ταξίδευε κι η μέρα της προς τη χωματερή.
Εριφύλη